Διατροφή βρέφους

Όσο η Ιατρική επιστήμη του 21ου αιώνα επικεντρώνεται στην πρόληψη των ασθενειών παρά στην αντιμετώπιση τους, τόσο περισσότερο επιστημονικό ενδιαφέρον συγκεντρώνει ο τομέας της βρεφικής και παιδικής διατροφής.

Η σωστή διατροφή αποτελεί σημαντική παράμετρο για την υγεία ενός παιδιού. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δίνεται στη διατροφή του νεογνού και του βρέφους από την πρώτη ημέρα της ζωής και καθ ‘όλη τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας, κατά την οποία τίθενται οι βάσεις για τη σωματική και πνευματική ανάπτυξη τους. Ήδη από το 1997, οπότε ο DJ Barker δημοσίευσε τα αποτελέσματα της μακροχρόνιας έρευνας του*, γνωρίζουμε πως η ενδομήτρια θρέψη και η πρόσληψη βάρους κατά την βρεφική ηλικία, είναι σημαντικοί προγνωστικοί παράγοντες χρόνιων νοσημάτων των ενηλίκων, όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η στεφανιαία νόσος και η υπέρταση.

Επιπλέον κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου το βρέφος τριπλασιάζει το βάρος γέννησης και αυξάνει κατά 50% το μήκος του. Για να επιτευχτεί η ραγδαία αυτή ανάπτυξη και να καλυφτούν οι ανάγκες χρειάζεται τροφή με πλούσια σε θερμιδική και θρεπτική αξία.

Στην προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η παγκόσμια ‘επιδημία’ παχυσαρκίας και το επακόλουθο αυτής μεταβολικό σύνδρομο, είναι σημαντικό να αναγνωριστεί η σημασία της υγιεινής διατροφής και του ελέγχου του σωματικού βάρους. Αυτό πρέπει να γίνει ήδη από την νηπιακή και παιδική ηλικία, πριν εγκατασταθούν ‘κακές’ διατροφικές συνήθειες.

Επιπλέον και οι ίδιοι οι γονείς συχνά αναζητούν από μόνοι τους ένα πιο υγιεινό τρόπο ζωής για τους ίδιους και τα παιδιά τους. Ο παιδίατρος της οικογένειας πρέπει να είναι σε θέση να προσφέρει συμβουλές, σύμφωνα με τις νεώτερες αντιλήψεις, όσον αφορά τη διατροφή σαν μέσο πρόληψης και εναλλακτικού τρόπου θεραπείας.

Μητρικός θηλασμός

Το μητρικό γάλα αποτελεί τη φυσική τροφή των βρεφών. Τα αποτελέσματα εκτεταμένης πλέον έρευνας με τη χρήση βελτιωμένων επιδημιολογικών τεχνικών αλλά και μοντέρνων εργαστηριακών μεθόδων, αποδεικνύουν τα ποικίλα και αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα του μητρικού θηλασμού για το βρέφος, τη μητέρα, την ευρύτερη οικογένεια αλλά και την κοινωνία.

Τα πλεονεκτήματα αυτά οφείλονται τόσο στις τη διατροφικές και ανοσολογικές ιδιότητες του μητρικού γάλακτος αλλά και στα ψυχολογικά, αναπτυξιολογικά , κοινωνικο-οικονομικά και περιβαλλοντολογικά οφέλη από τον θηλασμό. Τα οφέλη αυτά είναι αντιστρόφως ανάλογα με το κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο του πληθυσμού. Αυτό σημαίνει ότι στις πιο πτωχές αναπτυσσόμενες χώρες, ο μητρικός θηλασμός είναι θέμα ζωής και θανάτου.

Στις αναπτυγμένες ,βιομηχανικές κοινωνίες δεν έχει βρεθεί συσχέτιση βρεφικής θνητότητας-μητρικού θηλασμού. Υπάρχει ωστόσο συσχετισμός με τη βρεφική νοσηρότητα, όπως στις περιπτώσεις των γαστρεντερικών λοιμώξεων και της οξείας μέσης ωτίτιδας.

Τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερες μετα-αναλύσεις σχετίζουν τον παρατεταμένο μητρικό θηλασμό με χαμηλότερη αρτηριακή πίεση και μικρότερο ΒΜΙ (δείκτη μάζας σώματος) στην ενήλικο ζωή. Αξίζει να σημειωθεί πως οι μητέρες που θηλάζουν, έχουν μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη, καρκίνου του στήθους και των ωοθηκών.

* DJ Barker. “Maternal nutrition, fetal nutrition, and disease in later life”

Η σύστασή του μητρικού γάλακτος δεν είναι στατική, αλλά διαφέρει από μητέρα σε μητέρα, από μέρα σε μέρα, από θηλασμό σε θηλασμό, ακόμη και κατά την διάρκεια του ίδιου του θηλασμού, κάνοντας κάθε προσπάθεια απομίμησης του ανέφικτη! Το μητρικό γάλα περιέχει βιοενεργές ουσίες και ανοσορρυθμιστικά συστατικά που δεν περιέχονται στο γάλα της αγελάδας.

Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας πάνω στον μητρικό θηλασμό στρέφεται σήμερα στη μελέτη αυτών των ουσιών. Καμία προσθήκη και τροποποίηση του «ξένου» γάλακτος δεν μπορεί να το κάνει ισάξιο του μητρικού. Το ανθρώπειο γάλα, εκτός από τα αμιγώς θρεπτικά συστατικά όπως οι πρωτεΐνες, οι υδατάνθρακες, τα λίπη, τις βιταμίνες και τα ιχνοστοιχεία περιέχει κάποια μοναδικά για το ανοσοποιητικό σύστημα στοιχεία, όπως ΙgΑ, ολιγοσακχαρίτες, λακτοφερρίνη, λυσοζύμη, νουκλεοτίδια, γ-ιντερφερόνη, λευκοκύτταρα, κυτοκίνες και άλλα. Το μητρικό γάλα επίσης περιέχει απαραίτητα λιπαρά οξέα, ορμόνες, ένζυμα, αυξητικούς παράγοντες, πολυαμίνες και άλλα βιο-συστατικά που ενδεχομένως συμβάλλουν και αυτά στη σημασία του μητρικού θηλασμού.

Η ιδανική διάρκεια του αποκλειστικού μητρικού θηλασμού αποτελεί θέμα έντονης συζήτησης και αντιγνωμίας μεταξύ των ειδικών. Οι οδηγίες της Αμερικανικής Παιδιατρικής Ακαδημίας είναι σαφείς: «Ο αποκλειστικός μητρικός θηλασμός είναι η ιδανική και πλήρης διατροφή για τους έξι πρώτους μήνες της ζωής. Ο μητρικός θηλασμός πρέπει να συνεχίζεται τουλάχιστον για 12 μήνες, και μπορεί να συνεχισθεί για όσο διάστημα το επιθυμούν η μητέρα και το παιδί».

Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας συστήνει μητρικό θηλασμό για τα δυο πρώτα τουλάχιστον χρόνια της ζωής. Τέλος η Ευρωπαϊκή Εταιρία Παιδο-γαστρεντερολογίας, Ηπαταλογίας και Διατροφής (ESPGHAN) θεωρεί ασφαλή την εισαγωγή στερεών ή υγρών τροφών πέρα από τον μητρικό γάλα μετά την 17 και πριν την 26 εβδομάδα ζωής.

Τα πλεονεκτήματα του θηλασμού για το παιδί και τη μητέρα είναι ευρέως γνωστά. Τα χαμηλά ποσοστά μητρικού θηλασμού στη χώρα μας δεν οφείλονται στην άγνοια των πλεονεκτημάτων αυτών. H πρόθεση θηλασμού των Ελληνίδων υποψήφιων μητέρων, σύμφωνα με τις ιατρικές εργασίες, είναι 90%. Μετά τον τοκετό, το 80% των μητέρων ξεκινάει να θηλάζει, όμως το ποσοστό αυτό πέφτει ραγδαία τον δεύτερο μήνα, για να φτάσει στο ποσοστό του 4% αποκλειστικού θηλασμού στο πρώτο εξάμηνο της ζωής. Κάποιοι λοιπόν χειρισμοί οδηγούν τις γυναίκες σε υπογαλακτία ή και το συχνότερο, σε φαρμακευτική διακοπή του θηλασμού.

Ποσοστά ευθύνης αποδίδονται σε λανθασμένες συμβουλές μαιευτήρα και παιδιάτρου, στην έλλειψη ειδικών συμβούλων θηλασμού, στο κάπνισμα της μητέρας, στην εργασία της και βέβαια στο γεγονός ότι δεν υπάρχει κουλτούρα θηλασμού στην ελληνική κοινωνία. Είναι επιτακτική η ανάγκη επιμόρφωσης και εκπαίδευσης των γιατρών, σχετικά με την προώθηση του μητρικού θηλασμού και την επίλυση προβλημάτων που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή του.

Υπάρχει ανάγκη κατάλληλα εκπαιδευμένων επαγγελματιών υγείας, ειδικών συμβούλων και συνεργασία με ομάδες υποστήριξης από μητέρα σε μητέρα, για να ενισχυθεί η σύγχρονη μητέρα στο φυσικό της ρόλο και το δικαίωμα της υγείας των παιδιών μέσα από την σωστή διατροφή.