Λειτουργικές δοκιμασίες γαστρικής και παγκρεατικής λειτουργίας

  1. Μέτρηση της ορμόνης γαστρίνης στον ορό αίματος ασθενών. Η δοκιμασία αυτή μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση του συνδρόμου Zollinger-Ellison. Υπάρχει μεγάλη διακύμανση στις μετρήσεις διαφορετικών εμπορικών αντιδραστηρίων. Ενδεχόμενα να χρειαστεί και η δοκιμασία με χορήγηση της ορμόνης σεκρετίνης και ακολούθως μέτρηση των επιπέδων γαστρίνης ορού, ώστε να τεκμηριωθεί η διάγνωση (δοκιμασία πρόκλησης). Παρπμοίως μπορεί να χορηγηθεί η ορμόνη γλυκαγόνη και να μετρηθούν τα επίπεδα της γαστρίνης ορού σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα.
  2. Μέτρηση της συγκέντρωσης της ουσίας Πεψινογόνο στον ορό. Η δοκιμασία αυτή, αν και δεν είναι διαδεδομένη στην κλινική πράξη, αποτελεί μια μη επεμβατική μέθοδο για την εκτίμηση της γαστρικής έκκρισης. Η ουσία πεψινογόνο αποτελείται από δύο μορφές (Ι και ΙΙ). Ο συνδυασμός των τιμών από αυτές μπορεί να καταδείξει την πιθανότητα ατροφίας του βλεννογόνου του στομάχου και με τον τρόπο αυτό την ύπαρξη παράγοντα κινδύνου για κακοήθεια. Επίσης η μέτρηση αυτή μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση γαστρινώματος.

Γενικά η μέτρηση της ικανότητας του στομάχου να παράγει γαστρικό οξύ μπορεί να εκτιμηθεί με διαφόρους τρόπους, εντούτοις οι περισσότεροι δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι και δεν εφαρμόζονται ευρέως στην κλινική πράξη.

Οι μετρήσεις της λειτουργικής ικανότητας του παγκρέατος αφορούν είτε την εξωκρινή του λειτουργία είτε την ενδοκρινή του λειτουργία. Η τελευταία μπορεί να εκτιμηθεί σε περιπτώσεις παρουσίας όγκων, οι οποίοι παράγουν ουσίες, τις οποίες μετρούμε στον ορό με διάφορους τρόπους ή τις συσχετίζουμε με την συγκέντρωση άλλων.

Η εξωκρινής λειτουργία μπορεί να εκτιμηθεί είτε άμεσα είτε έμμεσα, ωστόσο η πρόοδος στην απεικόνιση της περιοχής του παγκρέατος έχει περιορίσει τις ενδείξεις σε περιπτώσεις όπου υπάρχει διαγνωστική ασάφεια και στις περιπτώσεις αξιολόγησης της ανάγκης ή αποτελεσματικότητας χορήγησης από το στόμα παγκρεατικών ενζύμων σε ασθενείς με χρόνια παγκρεατίτιδα.

Στις άμεσες δοκιμασίες περιλαμβάνονται:

  • Η δοκιμασία σεκρετίνης ή χολοκυστοκινίνης ή συνδυασμού αυτών και η λήψη υγρού από το δωδεκαδάκτυλο (χρησιμοποιείται μόνο ερευνητικά).
  • Η δοκιμασία διενέργειας μαγνητικής παγκρεατογραφίας μετά από χορήγηση σεκρετίνης. Η δοκιμασία αυτή βοηθάει στη διάγνωση ήπιας ανεπάρκειας της εξωκρινούς μοίρας του παγκρέατος.

Στις έμμεσες δοκιμασίες περιλαμβάνονται:

  • Ανίχνευση στα κόπρανα λίπους και η ποσοτική του μέτρηση. Η τελευταία χρησιμοποιείται όλο και λιγότερο. Η μέθοδοι αυτοί ωστόσο δεν είναι ειδικοί για παγκρεατική ανεπάρκεια, καθόσον εφαρμόζονται σε περιπτώσεις δυσαπορρόφησης γενικότερα.
  • Η ανίχνευση στα κόπρανα του παγκρεατικού ενζύμου χυμοθρυψίνη. Η μέθοδος εμφανίζει χαμηλή ειδικότητα.
  • Η μέτρηση στα κόπρανα του ενζύμου ελαστάση. Αποτελεί μια καλή μέθοδο από πλευράς ευαισθησίας για έλεγχο παγκρεατικής ανεπάρκειας μέτριου ή σοβαρού βαθμού, αν και στην περίπτωση αυτή η ειδικότητα είναι σχετικά χαμηλή.
  • Η χορήγηση σεσημασμένων με άνθρακα 13 τριγλυκεριδίων από το στόμα και η μέτρηση στον εκπνεόμενο αέρα του διοξειδίου του άνθρακα. Αποτελεί μια καλή μέθοδο, ωστόσο στην κλινική πράξη δεν έχει ακόμα εφαρμογή, τουλάχιστον σε ικανοποιητική έκταση.