Χρόνια διάρροια

Ως χρόνια διάρροια ορίζεται η αύξηση του ημερήσιου αριθμού και του όγκου υδαρών κοπράνων, που διαρκεί περισσότερο από 14 ημέρες.

Φυσιολογικά, ο αριθμός, η σύσταση και ο όγκος των κοπράνων ποικίλλουν ακόμη και στο ίδιο άτομο. Τα βρέφη αποβάλουν ημερησίως κόπρανα 5-10 gr/kgr βάρους ενώ σε περίπτωση διάρροια άνω των 10 gr/kgr βάρους. Στα παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας και στους ενήλικες ο ημερήσιος όγκος των κοπράνων φυσιολογικά κυμαίνεται από 100-200 gr, ενώ αύξηση πέρα των 200 gr/24ωρο χαρακτηρίζεται διάρροια. Επειδή από πρακτικής πλευράς είναι δύσκολο να προσδιοριστεί το ποσό των κοπράνων, ως διάρροια χαρακτηρίζεται η σταθερή αύξηση του ημερήσιου αριθμού των κενώσεων (5-6 το 24ωρο) σε συνδυασμό με την αραιή ή υδαρή σύσταση των κοπράνων.

Η διάρροια, ανάλογα με το γενεσιουργό παθοφυσιολογικό μηχανισμό, διακρίνεται σε ωσμωτική, εκκριτική, κινητική και φλεγμονώδη. Σημειώνεται ότι σε πολλές περιπτώσεις συμμετέχουν περισσότεροι από ένας μηχανισμοί.

Ωσμωτική διάρροια

Η ωσμωτική διάρροια είναι σχετικά συχνή στα παιδιά και οφείλεται σε δυσαπορρόφηση ουσίας, συνήθως υδατανθράκων, που αυξάνει την ώσμωση του εντερικού περιεχομένου, με επακόλουθο την αυξημένη απώλεια υγρών στον εντερικό αυλό. Οι δισακχαρίτες συχνά ευθύνονται για δυσαπορρόφηση, λόγω της ανεπάρκειας δισακχαριδασών, που προκαλείται συνήθως από επίκτητα αίτια και σπανίως από γενετική διαταραχή. Νοσήματα που προκαλούν επίκτητη ανεπάρκεια δισακχαριδασών, είναι η κοιλιοκάκη, η εντεροπάθεια από υπερευαισθησία σε τροφικές πρωτεΐνες (γάλα αγελάδας, σόγια, δημητριακά, ρύζι) και το σύνδρομο μετά από γαστρεντερίτιδα.

Η δυσαπορρόφηση μονοσακχαριτών απαντάται πιο σπάνια και είναι αποτέλεσμα συγγενούς διαταραχής του μηχανισμού ενεργού μεταφοράς γλυκόζης, γαλακτόζης, φρουκτόζης ή επίκτητης βλάβης του εντερικού βλεννογόνου (π.χ. βρέφη με γαστρεντερίτιδα από Rota-ιό). Η αυξημένη κατανάλωση φρούτων ή χυμών φρούτων και η λήψη διαιτητικών τροφών και φαρμάκων που περιέχουν σορβιτόλη (απορροφάται φτωχά από το λεπτό έντερο), προκαλούν επίσης ωσμωτική διάρροια. Η ωσμωτική διάρροια σταματά μετά τη διακοπή της σίτισης, τα κόπρανα έχουν χαμηλό pH (pH<6) και περιέχουν αναγωγικές ουσίες.

Εκκριτική διάρροια

Η εκκριτική διάρροια, σπάνια απαντάται στα παιδιά και οφείλεται σε αυξημένη απέκκριση ύδατος και ηλεκτρολυτών από τα κύτταρα του βλεννογόνου στον αυλό του εντέρου. Αυτό συμβαίνει συνήθως λόγω ενεργοποίησης του cAMP των εντεροκυττάρων των κρυπτών. Σε αντίθεση με την ωσμωτική, συνεχίζεται ακόμη και μετά τη διακοπή της σίτισης και για αυτό χρειάζεται ενδονοσοκομειακή αντιμετώπιση. Συνήθη αίτια είναι τοξίνες μικροβίων, ιοί, παράσιτα και σπανιότερα η συγγενής χλωροδιάρροια, η αυτοάνοση εντεροπάθεια, η συγγενής διαταραχή ανταλλαγής των ιόντων Na+ /H+ στη νήστιδα, η συγγενής ατροφία των μικρολαχνών, η δυσαπορρόφηση των χολικών οξέων, τα νευροενδοκρινικά σύνδρομα (VIPωμα, γαγγλιονεύρωμα, νευροβλάστωμα), η σοβαρή συγγενής ή επίκτητη διαταραχή της κυτταρικής και χυμικής ανοσίας και η έκκριση προσταγλανδινών και ισταμίνης. Η συχνότητα των κενώσεων είναι αυξημένη (ξεπερνά τις 5 φορές την ημέρα), τα κόπρανα έχουν μεγάλο όγκο, είναι εξαιρετικά υδαρή και περιέχουν υψηλά επίπεδα Na+ και Cl-.

Κινητική διάρροια

Η κινητική διάρροια οφείλεται σε διαταραχή της κινητικότητας του εντέρου, που συνήθως δεν προκαλεί δυσαπορρόφηση. Συχνότερο αίτιο διάρροιας αυτού του τύπου στα παιδιά, είναι η χρόνια μη-ειδική διάρροια. Σπανιότερα αίτιά της είναι η χρόνια εντερική ψευδοαπόφραξη, η νόσος του Hirschprung και το σκληρόδερμα.

Φλεγμονώδης διάρροια

Η φλεγμονώδης διάρροια είναι σχετικά συχνή στα παιδιά και περιλαμβάνει χρόνιες φλεγμονώδεις καταστάσεις όπως είναι η κοιλιοκάκη, η εντεροπάθεια από υπερευαισθησία σε τροφικά αντιγόνα, το σύνδρομο μετά από γαστρεντερίτιδα, η ηωσινοφιλική γαστρεντερίτιδα και οι ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου (νόσος Crohn και ελκώδης κολίτιδα).

H χρόνια διάρροια μπορεί να συνοδεύεται από δυσαπορρόφηση μιας ή περισσοτέρων ουσιών. Αν η διάρροια και η δυσαπορρόφηση επιμείνουν, οδηγούν σε υποθρεψία, η οποία προκαλεί σοβαρές επιπλοκές, όπως δευτεροπαθή ανοσολογική ανεπάρκεια, καθυστέρηση της αναγέννησης του εντερικού επιθηλίου, μείωση των ενζύμων της ψηκτροειδούς παρυφής και του παγκρέατος και υπερανάπτυξη βακτηρίων στο λεπτό έντερο.

Κυριότεροι μηχανισμοί της υποθρεψίας είναι:

  1. Η ανορεξία (ο σπουδαιότερος μηχανισμός)
  2. Η ελλιπής πέψη ή απορρόφηση
  3. Η μεγάλη απώλεια θρεπτικών ουσιών από το πεπτικό σύστημα (γαστρεντερική πρωτεϊνόρροια)
  4. Οι αυξημένες μεταβολικές ανάγκες.